Τό 1880 ὁ Πειραιάς ἦταν ἓνα ὡραῖο παραλιακό χωριό καί τό λιμάνι του, αὐτό πού ἒπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στά πράγματα τῆς Ἑλλάδος κατά τήν ἀρχαιότητα καί στούς μετέπειτα ἱστορικούς χρόνους, ἦταν ἓνα ὑποτυπῶδες λιμάνι, χωρίς ἀποβάθρες, χωρίς ἐξοπλισμό, χωρίς ἀποθῆκες, χωρίς ὀργάνωση.
Τότε ξεκίνησε ἀπό τήν Ἀμοργό ὁ Λουκάς Κ.Μάτσας, ὁ ἀρχηγέτης τῆς μεγάλης ναυτικῆς οἰκογένειας τῶν ρυμουλκῶν, καί ἐγκαταστάθηκε στόν Πειραιᾶ, ἀσχοληθείς μέ τήν ὑπηρεσία ρυμούλκησης πλοίων.
Ἀλλά τί πλοῖα ἦσαν αὐτά;
Ἦσαν κυρίως μερικά μεγάλα ἱστιοφόρα καί κάποια ἀτμόπλοια, τά ὁποῖα, καθώς τό λιμάνι δέν διέθετε προβλῆτες, ἀγκυροβολοῦσαν <ἀρόδο> καί περίμεναν τό ξυλόφτιαχτο στούς παλιούς <ταρσανάδες> ρυμουλκό, τό μοναδικό τῆς ἐποχῆς, νά τά τραβήξη μέ ἀσφάλεια μέχρι τά ὑποτυπώδη λιμενικά ἀραξοβόλια γιά νά ξεφορτώσουν τό φορτίο τους σέ <σαμπανιές> μέ τίς <μπίγες>, ἢ πάνω στήν πλάτη τῶν πρώτων λιμενεργατῶν. Καί πάλι τό ρυμουλκό ἒπρεπε νά ρυμουλκήσει τά καράβια μέχρι τήν <ράδα>, γιά <νά βροῦν τόν ἀέρα τους> τά ἱστιοφόρα καί νά ἀποπλεύσουν γιά τά ξένα. Ἀπαράλακτα ὃπως γινόταν στήν ἐποχή τοῦ Ὁμήρου, ὃταν οἱ κωπήλατες καί ἱστιοφόρες νῆες ἐσύροντο <ἐπ᾽ ἐσχατιῆ λιμένος>, δηλαδή στήν ἂκρο ἀνοικτά τοῦ λιμανιοῦ, ὃπου φυσοῦσε τίς ἀπογευματινές ὧρες ὁ βορειοδυτικός Ζέφυρος.
Τό πρῶτο λοιπόν ρυμουλκό πού δούλεψε στόν Πειραιᾶ, ἦταν τό <Ἃγιος Γεώργιος> τοῦ Λουκᾶ Κ. Μάτσα, πού ρυμουλκοῦσε καί φορτηγίδες. Ἦταν ἓνα ἀτμοκίνητο ξύλινο σκάφος, πού εἶχε ναυπηγηθεῖ στήν Σάμο. Ὁ Μάτσας ἦταν ὁ πρῶτος ἐφοπλιστής πού ἐγκαταστάθηκε στόν Πειραιᾶ καί δημιούργησε τήν βάση μιᾶς μικρῆς ναυτιλιακῆς δύναμης, τήν ὁποία ἐνίσχυσαν στά ἑπόμενα χρόνια πολλοί ἐπώνυμοι ἐφοπλιστές πρώτης γενεᾶς, οἱ γόνοι τῶν ὁποίων καί οἱ ἐπίγονοι ἀργότερα στέριωσαν τό ναυτιλιακό σίτυ τῆς Ἀκτῆς Μιαούλη.Ἐγώ γνώρισα στά νεανικά μου χρόνια τόν ἂξιο διάδοχο τῆς οἰκογένειας, τόν Λουκᾶ Γεωρ. Μάτσα, τόν ὁποῖο ἐξετίμησα γιά τό ἦθος του, τήν εὐγένεια αἰσθημάτων, τήν ἀπέραντη ὑπομονή του, τήν παροιμιώδη ψυχραιμία του, τήν ἀνθρωπιά του, ἀλλά καί τήν ἐπιχειρηματική του ἱκανότητα.
Ὁ Λουκάς Γ. Μάτσας στήν πραγματικότητα κουβαλοῦσε τόν χαρακτῆρα τῶν ἐκ φύσεως καλοκάγαθων καί εὐγενικῶν νησιωτῶν τῆς Ἀμοργοῦ. Ὃλοι οἱ Ἀμοργιανοί εἶναι καλοί ἂνθρωποι καί δεινοί ἐπιχειρηματίες. Ὁ ἲδιος ἀπέφευγε τίς προστριβές, ἀγαποῦσε καί φρόντιζε τά πληρώματά του, διάλεγε ἱκανούς καί ἒμπιστους συνεργάτες καί δέν θύμωνε ποτέ. Σπανίως ἒχω συναντήσει οἰκογενειάρχη πλοιοκτήτη μέ τόσα ψυχικά χαρίσματα.
Ὃμως, ὁ κυριώτερος λόγος γιά τόν ὁποῖο συνδέθηκα μέ μακροετεῖς δεσμούς φιλίας καί ἐκτίμησης, ἦταν ὃτι ὁ Λουκάς Γ. Μάτσας ἦταν ἓνα... ἀνοικτό βιβλίο πληροφοριῶν. Καθώς ἦταν ἀπό τούς πρώτους ἐφοπλιστές πού ἐγκαταστάθηκε στόν Πειραιᾶ, (γεννήθηκε τό 1916) στήν μόνιμη ἀντρέσα τῆς ὁδοῦ Μπότσαρη, παρακολουθοῦσε ἐκ τοῦ σύνεγγυς τούς ἂλλους πρωτοδημιουργούμενος ἐφοπλιστές, πού κατά ὁμοταξίες ἐγκαθίσταντο στόν Πειραιᾶ καί, δημιουργῶντας τίς ναυτιλιακές τους ἐπιχειρήσεις, στέριωναν τήν ὑποδομή τοῦ σύγχρονου ναυτιλιακοῦ θαύματος.
Καθώς τά αἰσθήματα ἐκτίμησης ἦσαν ἀμοιβαῖα, ὁ Λουκάς μοῦ ἐμπιστευόταν ἀπίστευτες πληροφορίες γιά τούς συναδέλφους του, γιά τό πῶς δημιουργήθηκαν, ποῦ καί πῶς βρῆκαν τά πρῶτα λεφτά, πῶς διαχειρίσθηκαν τούς στόλους τους, ποιά προβλήματα εἶχαν, ποιό ἦταν τό μυστικό τῆς ἐπιτυχίας τους κλπ. Γνώριζε τά πάντα γιά τούς πάντες.
Ὃμως τό ζητούμενο στό σημείωμα αὐτό δέν εἶναι τό ἂγνωστο καί... ἐκρηκτικό πολλές φορές πληροφοριακό ὑλικό πού ἀφορᾶ τούς ἐφοπλιστές τοῦ Πειραιῶς, ἀλλά ἡ ἐπιχειρηματική ἀνέλιξη ἑνός ἐκ τῶν σημαντικῶν δημιουργῶν τῆς Ἀκτῆς Μιαούλη. Κατά τήν χρυσή ἐποχή τοῦ Περάματος, ὃταν ἡ περιοχή ἒσφυζε ἀπό ναυπηγική δραστηριότητα, ὁ Λουκάς Μάτσας παρήγγειλε τό ἰσχυρό ρυμουλκό ναυαγοσωστικό <Ἀστέρι> στό ναυπηγεῖο τῶν Ἀναστασιάδη καί Τσορτανίδη, τό πρῶτο καί μοναδικό Ρ)Κ πού ναυπηγήθηκε στήν Ἑλλάδα. Εἶχε τήν ἀνωτάτη κλάση τοῦ Lloyd's Register καί καθελκύσθηκε τό 1971. Σ᾽ αὐτό τό ναυπηγικό ἐπίτευγμα τοποθετήθηκε γιά πρώτη φορά στήν Ἑλλάδα δακτύλιος Kort στήν ἓλικα, πού αὒξησε τήν ταχύτητα καί τήν ἑλκτική δύναμη τοῦ πλοίου μήκους 48 μέτρων στούς 26 τόννους. Γιά ὃσους δέν τό γνωρίζουν, ἡ ἑλκτική δύμαμη ἑνός ρουμουλκοῦ μετρᾶται...ἐπί τῆς ξηρᾶς μέ τήν ἓλξη βαρυτάτων φορτίων. Ὃπως θυμᾶται ὁ ναυπηγός μηχανολόγος μηχανικός Κων. Φιλίππου, πού διατηροῦσε κι αὐτός ναυπηγική μονάδα στό Πέραμα, ἒγιναν πολλές σχεδιάσεις καί ἀνασχεδιάσεις ἀπό τόν ἲδιο γιά νά γίνουν ἐφαρμόσιμα τά ναυπηγικά σχέδια τῆς κυρίας μηχανῆς καί τοῦ ἀξονικοῦ συστήματος. Τό <Ἀστέρι> εἶχε ἐπιτυχῆ σταδιοδρομία μέ ἓδρα τόν Πόρο καί ἀκτίνα δράσης ὁλόκληρη τήν Ἀνατολική Μεσόγειο. Τό δόγμα τῆς ἰδιόρρυθης ἀλλά καί ἐπικίνδυνης ρυμουλκιστικῆς καί ναυαγοσωστικῆς ἐπιχειρήσεως NO CURE, NO PAY δίνει ἰδιάζουσα σημασία στήν ταχυτάτη προσέγγιση τοῦ κινδυνεύοντος πλοίου, πού σημαίνει ὃτι τό ναυαγοσωστικό πρέπει νά εἶναι ἂριστο ἐργαλεῖο πλήρως ἐξοπλισμένο, ταχύτατο καί ἐπανδρωμένο μέ ἐξαιρετικά ἱκανούς ναυτικούς, πού μποροῦν νά παλαίψουν μέ ὃλους τούς καιρούς.
Τό 1998 τό ἰσχυρό ρυμουλκό ἐπωλήθη σέ ἑταιρία τῆς Νέας Ζηλανδίας, πού τό ματασκεύασε σέ ἐρευνητικό θαλαμηγό σκάφος, μέ ἀναβάθμιση τῶν χώρων ἐνδιαίτησης ἐπιβατῶν καί πληρώματος. Καί πάλι αὐτή ἡ θαυμάσια ναυπηγική κατασκευή τοῦ Περάματος, πού σήμερα φυτοζωεῖ, ἐπωλήθη σέ Ἑλβετούς πλοιοκτῆτες, πού μετονόμασαν τό πλοῖο ASTERIA καί ἒγινε θαλαμηγός γιά τούς σκοπούς τοῦ ἱδρύματος τῶν πλοιοκτητῶν στήν καλλιέργεια τοῦ περιβάλλοντος καί τῆς μορφώσεως συνειδήσεων τῶν λαῶν τῆς Νοτίου Ἀμερικῆς, διασχίζοντας ἐπί 30 χρόνια τούς ὠκεανούς.
Ὃμως ὁ Λουκάς Μάτσας δέν ἒμεινε μόνο στά ρυμουλκά. Ἢδη ἀπό τό 1955 μπῆκε στόν τομέα τῶν πλοίων γενικοῦ φορτίου, ἀλλά καί στίς πορθμειακές γραμμές Ἀρκίτσης-Αἰδηψοῦ, ἐνῶ στά τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ ᾽70 ἀνοίχθηκε καί πρός τόν τομέα ἐφοδιασμοῦ τῶν πλοίων.
Τό 1980, ὁ γιός τοῦ Λουκᾶ, ὁ Γιῶργος Μάτσας, ζῶντος τοῦ πατέρα του πού ἀπεβίωσε τό 1993, ἒγινε πρόεδρος τῆς ἑταιρίας. Μέ σπουδές, ἀλλά καί μέ θαλάσσια ὑπηρεσίας καί πείρα στόν ἰδιαίτερο τομέα τῆς διάσωσης, ἀνοίχθηκε καί προΐσταται σέ ὑποστηρικτικές ὑπηρεσίες ὑπερακτίων γεωτρήσεων καί πετρελαϊκῶν ἐξεδρῶν στήν Τυνησία καί τήν Αἲγυπτο. Ἡ οἰκογένεια Μάτσα ἐπεξέτεινε ἐπίσης τίς δραστηριότητές της στίς ἀγορές καί πωλήσεις πλοίων, ἐνῶ ἡ ἑταιρία Matsas Shibrokers διοικεῖται ἀπό τρεῖς νέες κοπέλες, τήν Λουκία Μάτσα (πού πῆρε τό ὂνομα τῆς γιαγιᾶς της), τήν Ἰωάννα Μάτσα καί τήν Μαρίνα Δούκα-Μάτσα. Εἶναι ἡ τετάρτη γενεά, ἀπό τότε πού ὁ Ἀμοργιανός γεννήτωρ εἶχε τήν φαεινή ἰδέα νά ναυπηγήσει τό ξύλινο ἀτμοκίνητο ρυμουλκό <Ἃγιος Γεώργιος> καί νά τό φέρει στόν Πειραιᾶ.
Ο ΕΠΙΝΕΙΟΣ