Η αναβάθμιση των διμερών σχέσεων μεταξύ Ελλάδας Ιαπωνίας σε στρατηγικού χαρακτήρα τομείς αμοιβαίου ενδιαφέροντος είναι αποτέλεσμα της «σκληρής δουλειάς» της κυβέρνησης η οποία κατόρθωσε να επαναφέρει το επενδυτικό ενδιαφέρον που τόσο είχε «τραυματιστεί» τα προηγούμενα χρόνια από ανερμάτιστες πολιτικές που προξένησαν φοβία στους ντόπιους αλλά και ξένους επενδυτές.
Η Ελλάδα «γύρισε σελίδα» και πλέον είναι μια χώρα φιλική προς τις επενδύσεις γεγονός που δεν θα πρέπει να «θυσιαστεί» προσεχώς για το καλό της οικονομικής ανάπτυξης. Οι Ελληνο-Ιαπωνικές σχέσεις έχουν «χαλυβδωθεί» από τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο και εντεύθεν καθώς τη «σφραγίδα τους» στην ανάπτυξη της ιαπωνικής ναυπηγικής βιομηχανίας, μετά το τέλος του πολέμου, έβαλαν οι Έλληνες εφοπλιστές. Το 2022 συμπληρώθηκαν 70 χρόνια από την πρώτη ναυπήγηση πλοίου ελληνικών συμφερόντων στην Ιαπωνία. Ήταν το 1952 όταν η ναυτιλιακή Carras (Hellas) του Ιωάννη Μ. Καρρά παραλάμβανε το χωρητικότητας 20.000 dwt δεξαμενόπλοιο «Tini» από τα ναυπηγεία Hitachi Zosen στην Οσάκα. Ήταν το πρώτο δεξαμενόπλοιο που θα κατασκεύαζε ιαπωνικό ναυπηγείο για αλλοδαπούς μετά τον Πόλεμο και θα σηματοδοτούσε την έναρξη μιας ευρείας συνεργασίας με τους Έλληνες εφοπλιστές.
Η συνεργασία αυτή, στο πλαίσιο της επέκτασης του ελληνικού και ελληνόκτητου εμπορικού στόλου, οδήγησε σε μια στενή σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο ναυτιλιακών κοινοτήτων αλλά και σε μία σχέση winwin καθώς η ελληνική εφοπλιστική κοινότητα συνέβαλε στην εδραίωση της ιαπωνικής ναυπηγικής βιομηχανίας μεταπολεμικά αλλά και «απόλαυσε» τιμές πολύ ανταγωνιστικές σε σχέση με την ευρωπαϊκή τότε κραταιά ναυπηγική βιομηχανία, καθώς και την ποιότητα κατασκευής των πλοίων που ήταν, και παραμένει,εξαιρετική. Η ιαπωνική ναυπηγική βιομηχανία θα ήταν πολύ δύσκολο να σταθεί στα πόδια της χωρίς τη σταθερή προτίμηση μεγάλου μέρους της ελληνικής ναυτιλιακής κοινότητας. Η εμπιστοσύνη που επέδειξαν οι Έλληνες εφοπλιστές με τις παραγγελίες τους όχι μόνο συνέβαλε τα μέγιστα στην ανασυγκρότηση της ιαπωνικής ναυπήγησης τα μεταπολεμικά χρόνια, αλλά συνεπακόλουθα βοήθησε τους Ιάπωνες ναυπηγούς, μηχανικούς και τεχνίτες να αποκτήσουν εμπειρία και εξειδίκευση στον σχεδιασμό πλοίων τελευταίας τεχνολογίας.
Σήμερα, τα ιαπωνικής κατασκευής πλοία τεχνολογικά θεωρούνται «state-of-the-art». Κατά συνέπεια από όσα κοινά μπορούμε να εντοπίσουμε μεταξύ της Ελλάδας και της Ιαπωνίας, ένα είναι το σημαντικότερο: Πρόκειται για δύο νησιωτικές χώρες και δύο κατ’ εξοχήν ναυτικά έθνη που οφείλουν το ένα στο άλλο τη σημερινή κυριαρχία τους. Η επίσκεψη λοιπόν του Κυριάκου Μητσοτάκη άνοιξε τους ορίζοντες των διμερών σχέσεων μεταξύ των δύο χώρων, μεταξύ δύο ναυτικών εθνών, και ευχής έργον θα είναι αυτές οι σχέσεις να φέρουν τους Ιάπωνες επιχειρηματίες να επενδύσουν όχι μόνο στα πεδία της ναυτιλίας αλλά στης σύγχρονης ψηφιακής τεχνολογίας, στις ΑΠΕ, και όχι μόνο. Που άλλωστε η Ιαπωνία είναι παγκοσμίως γνωστή για αυτό.
Η Ελλάδα χρειάζεται επενδύσεις οι οποίες πέραν της επιχειρηματικής και επιχειρησιακής τους σημασίας θα ισχυροποιήσουν και τους δεσμούς σε επίπεδο χώρων, όπως άλλωστε συνέβη με την εμπιστοσύνη που έδειξε η ελληνική ναυτιλιακή κοινότητα στα ναυπηγεία της Ιαπωνίας.
Οι πέντε συμφωνίες που ολοκληρώθηκαν στην Ιαπωνία, ενισχύουν τη συνεργασία με την τρίτη οικονομική δύναμη παγκοσμίως, με τα μνημόνια συνεργασίας στον τομέα του Τουρισμού, κατανόησης μεταξύ Ελληνικής Εταιρείας Εξαγωγικών Πιστώσεων και αντίστοιχου ιαπωνικού Nippon Export & Investment Insurance «NEXI» και μεταξύ Enterprise Greece και αντίστοιχου φορέα Japan External Trade Organisation «JETRO». Επίσης ο διακανονισμός μεταξύ Γενικής Διεύθυνσης Αμυντικών Εξοπλισμών & Επενδύσεων του Υπουργείου Εθνικής 'Άμυνας και αντίστοιχου φορέα ATLA Ιαπωνίας και η επίτευξη συμφωνίας επί του κειμένου Σύμβασης Αποφυγής Διπλής Φορολογίας.
Το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιά πιστεύει πως σήμερα υπάρχουν πολλοί πειστικοί λόγοι για τους οποίους μια ιαπωνική εταιρεία θα πρέπει να σκεφτεί να επενδύσει στην Ελλάδα, αφού δεν είναι μόνο η μοναδική γεωγραφική της θέση στο «σταυροδρόμι τριών ηπείρων», αλλά το γεγονός ότι η προσφέρει πρόσβαση στη μεγαλύτερη ενιαία αγορά του κόσμου. Επίσης η χώρα μας είναι πλέον βαθιά προσηλωμένη στο να κάνει την οικονομική ζωή και την επιχειρηματική δραστηριότητα κάθε ξένου επενδυτή στην Ελλάδα όσο το δυνατόν πιο εύκολη και απρόσκοπτη. Ας ελπίσουμε πως όσα συμφωνήθηκαν θα υλοποιηθούν στο άμεσο μέλλον προς όφελος της ελληνικής οικονομίας και επιχειρηματικότητας.