Οι Έλληνες ταξιδιώτες με πλοία αντιμετωπίζουν μια τέλεια καταιγίδα αυξανόμενων εξόδων τα τελευταία χρόνια. Από την αύξηση των τιμών των καυσίμων μέχρι τις απαιτήσεις ενός πιο πράσινου στόλου, πολλοί παράγοντες έχουν συμβάλει στην σημαντική αύξηση των τιμών των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων. Αυτό το άρθρο του Προέδρου του ΕΒΕΠ κ. Βασίλη Κορκίδη, διερευνά την περίπλοκη αλληλεπίδραση των οικονομικών, περιβαλλοντικών και ρυθμιστικών δυνάμεων που αυξάνουν το κόστος και διαμορφώνουν το μέλλον των θαλάσσιων μεταφορών στην Ελλάδα.
Είναι γεγονός πως φέτος το καλοκαίρι οι ακριβές τιμές στα ακτοπλοϊκά εισιτήρια απασχόλησαν όλους τους εγχώριους ταξιδιώτες. Στη «τριάδα της ακρίβειας» το κόστος των υπηρεσιών ξεπέρασε με ποσοστό αύξησης 5% το ενεργειακό κόστος και τα τρόφιμα. Η αλήθεια είναι όσοι επέλεξαν να πάνε διακοπές οικογενειακώς στα νησιά πλήρωσαν ακριβά το μεταφορικό κόστος, ακόμα και όταν έκλεισαν τα εισιτήρια αρκετό καιρό πριν απο τις προγραμματισμένες διακοπές τους. Αντίστοιχο όμως προβληματισμό έχουν και οι ακτοπλοϊκές εταιρείες που πρέπει να καλύψουν τις αυξήσεις στα ναυτιλιακά καύσιμα, τις ανατιμήσεις στα ανταλλακτικά, τον «πράσινο» εξοπλισμό των πλοίων τους, αλλά και τα αυξημένα μισθολογικά κόστη των ναυτικών μας. Επιπλέον σύμφωνα με τους ειδικούς η αύξηση των τραπεζικών επιτοκίων δανεισμού των ακτοπλοϊκών εταιρειών, καθιστούν προς το παρόν, αδύνατο το ενδεχόμενο μείωσης της τιμής των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων.
Επισημαίνεται ότι πριν το 2024, οι τελευταίες αυξήσεις στα ακτοπλοϊκά εισιτήρια ήταν περίπου στο 15% και έγιναν το 2022. Με βάση τα στοιχεία του 2024, οι τιμές των ακτοπλοϊκών καυσίμων για τους τύπους που χρησιμοποιούν τα συμβατικά και τα ταχύπλοα πλοία έχουν αυξηθεί κατά 9%, ενώ το κόστος των ανταλλακτικών κατά 14% και κατά 24% από το 2021 οι αμοιβές πληρωμάτων λόγω της υπογραφής νέων συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Επίσης το κόστος τραπεζικού δανεισμού λόγω ανόδου των επιτοκίων από τις τράπεζες αυξήθηκε κατά 43% το 2024 σε σχέση με το 2021. Σε αυτές τις αυξήσεις σύντομα θα έρθουν να προστεθούν και άλλες, αφού σύμφωνα με τον ευρωπαϊκό κανονισμό από την 1η Μαίου 2025 θεσπίζεται ως υποχρεωτική η χρήση καυσίμων με μέγιστη περιεκτικότητα σε θείο 0,1%, κάτι που θα οδηγήσει πολλές ακτοπλοϊκές εταιρείες που δεν έχουν εγκαταστήσει καταλύτες «scrubbers» στα πλοία τους να αγοράζουν καύσιμα αυξημένα κατά 35%.
Πέραν της υποχρέωσης για τη διατήρηση του ακτοπλοϊκού στόλου σε πολύ υψηλά επίπεδα ασφαλείας, ακριβά κοστίζει η «πράσινη μετάβαση» που ανεβάζει τις τιμές στα εισιτήρια. Στο άμεσο μέλλον απαιτείται και μια γενναία ανανέωση του ακτοπλοϊκού μας στόλου, αφού το 2024 ο μέσος όρος ηλικίας των πλοίων που εξυπηρετούν τις ακτοπλοϊκές μας γραμμές αγγίζει τα 30 έτη. Σε σύνολο 115 πλοίων τα 50 από αυτά και σε ποσοστό 43,5% είναι ήδη άνω των 30 ετών, ενώ η μέση ηλικία τους το 2030 θα είναι τα 36 χρόνια και θα υπάρχουν και 15 πλοία άνω των 50 ετών. Στο πλαίσιο μάλιστα της δέσμης των μέτρων με το «Fit for 55» για το κλίμα που εγκρίθηκε το 2023 από την ΕΕ, αναθεωρήθηκαν μια σειρά από κοινοτικά νομοθετήματα που αφορούν στη ναυτιλία, όπως η σταδιακή επέκταση του Ευρωπαϊκού Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών στις ναυτιλιακές μεταφορές έως το 2026 και οι αναμενόμενες δυσκολίες συμμόρφωσης με τη νέα νομοθεσία Fuel EU Maritime Initiative για καθαρά καύσιμα, θα αυξήσουν σημαντικά το λειτουργικό κόστος των πλοίων της ακτοπλοΐας.
Οι ελληνικές ακτοπλοϊκές εταιρείες βάσει του MRV κανονισμού είναι από φέτος υποχρεωμένες να καταθέτουν πιστοποιητικά εξακριβωμένων εκπομπών ρύπων για το 40% το 2024, το 70% το 2025 και το 100% από το 2026. Η υποχρέωση αφορά αρχικά τις ακτοπλοϊκές γραμμές της Κρήτης και της Αδριατικής, ενώ από την υποχρέωση αυτή εξαιρούνται μέχρι το 2030 οι δρομολογιακές ακτοπλοϊκές γραμμές που αφορούν τη σύνδεση νησιών, με πληθυσμό μικρότερο από 200.000 μόνιμους κατοίκους, με λιμάνια εντός της ίδιας χώρας. Η Ελλάδα το 2023 ήταν στην 11η θέση της Ευρώπης ως πιο ακριβή χώρα να ταξιδέψει κανείς με πλοίο. Λαμβάνοντας μάλιστα τη μέση τιμή ανά άτομο για ταξίδι 100 km είναι εκτός ΕΕ κατά σειρά η Τουρκία, το Ηνωμένο Βασίλειο και το Μαρόκο, ενώ εντός ΕΕ η Ισλανδία, η Ιταλία, η Σλοβενία, η Πορτογαλία η Ισπανία, η Ιρλανδία, η Μάλτα και ακολουθεί η Ελλάδα. Μάλιστα ο δείκτης τιμών για τα ακτοπλοϊκά δρομολόγια από την Ελλάδα προς την Ιταλία δείχνει πως είναι τα φθηνότερα στην Ευρώπη.
Ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας αναφορικά με τα δημοσιεύματα που κάνουν λόγο για υπερκέρδη των ακτοπλοϊκών εταιρειών, τόνισε ότι το καθαρό κέρδος σύμφωνα με τον ετήσιο τζίρο είναι μεταξύ 4% με 6%, όταν άλλοι κλάδοι που σχετίζονται με τον τουρισμό, όπως τα ξενοδοχεία και η ενοικίαση οχημάτων είναι στο 10% με 11%. . Πάγια θέση του ΣΕΕΝ είναι η μείωση του ΦΠΑ στα Ι.Χ. από 24% σε 13% και να διατηρηθεί ο μειωμένος ΦΠΑ στο 13% για τους επιβάτες. Επίσης η Ένωση Τραπεζικών & Χρηματοοικονομικών Στελεχών της Ναυτιλίας επισημαίνει ότι για πολλές ακτοπλοϊκές εταιρείες κρίνεται αναγκαία μια εύρωστη οικονομικά περίοδος, αφού για να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στην «πράσινη» μετάβαση θα χρειαστούν υψηλού κεφαλαίου επενδύσεις, τουλάχιστον 3,5 δις ευρώ, είτε για εγκατάσταση τεχνολογικού εξοπλισμού, είτε για ανανέωση του στόλου τους. Οι τράπεζες από την πλευρά τους απαιτούν καθαρούς ισολογισμούς και κερδοφόρες χρήσεις, ώστε να παράσχουν τον απαιτούμενο δανεισμό για νέες ναυπηγήσεις, οι οποίες μακάρι να γίνουν σε ελληνικά ναυπηγεία.
Στην 23η Ετήσια θεματική Μελέτη της XRTC Business Consultants για την Ελληνική Ακτοπλοΐα 2024 που φέρει τον τίτλο «Το πράσινο ταξίδι άρχισε», μετά από παρακολούθηση των συμβάντων της Ελληνικής Ακτοπλοΐας το 2023 έως και τα μέσα του 2024, καταγράφονται όλα τα κύρια στοιχεία των εξελίξεων και αναλύονται σε βάθος. Μεταξύ άλλων αναφέρεται στην Έκθεση πως πρέπει να παραδεχτούμε το γεγονός ότι οι ακτοπλοϊκές εταιρείες με ειδικές εκπτώσεις έχουν δείξει στο παρελθόν πως θέλουν να προσαρμοστούν σε αμιγώς κοινωνικά κριτήρια και να μειώσουν τις τιμές στα ακτοπλοϊκά εισιτήρια, όμως πρέπει επίσης να παραδεχτούμε ότι ορισμένα από τα κόστη τους παραμένουν σε υψηλά επίπεδα. Χωρίς πάντως την ανανέωση του ακτοπλοϊκού στόλου, η ένταξη στη πράσινη μετάβαση θα επιφέρει σταδιακά επιβάρυνση στο κόστος λειτουργίας των πλοίων, αλλά και των οικονομικών υποχρεώσεων των ναυτιλιακών εταιρειών οι οποίες σημειωτέον προσφέρουν υψηλού επιπέδου υπηρεσίες. Λανθασμένα λοιπόν, αφενός λόγω της πολυνησίας της χώρας μας και αφετέρου λόγω της ακριβής «πράσινης» μετάβασης εξαιρούνται από τα ευρωπαϊκά προγράμματα χρηματοδότησης του ΤΑΑ και ΕΣΠΑ, οι θαλάσσιες μεταφορές, που διεξάγουν χειμώνα-καλοκαίρι στα νησιωτικά ΝΑ σύνορα της ΕΕ, οι ελληνικές ακτοπλοϊκές εταιρείες.